Ο συνθέτης Μανώλης Καλομοίρης (1883-1962), Σαμιακής καταγωγής, γεννήθηκε στη Σμύρνη, όπου και παίρνει τα πρώτα μαθήματα μουσικής, τα οποία συνεχίζει στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη. Σπουδάζει στο Ωδείο της Βιέννης (1901-1906) πιάνο, θεωρητικά και σύνθεση.
Το διάστημα 1906-1910 διδάσκει στο Μουσικό Λύκειο Ομπολένσκυ, στο Χάρκοβο της Ρωσίας. Το 1910 εγκαθίσταται μόνιμα στην Αθήνα και διδάσκει στο Ωδείο Αθηνών. Το 1919 ιδρύει το Ελληνικό Ωδείο, το οποίο διευθύνει μέχρι το 1926 που ιδρύει το Εθνικό Ωδείο. Παραμένει στη θέση του διευθυντή μέχρι το 1948 οπότε αναλαμβάνει πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, θέση που κρατάει μέχρι το θάνατό του.
Διετέλεσε γενικός επιθεωρητής των στρατιωτικών μουσικών, πρόεδρος και επίτιμος πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, τιμήθηκε με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και άλλες διακρίσεις.
Θεμελιωτής της Εθνικής Μουσικής Σχολής στην Ελλάδα, αντλεί την έμπνευσή του από την ελληνική παράδοση και το ελληνικό τραγούδι, καθώς και από την ποίηση και τη λογοτεχνία της εποχής του. Συνέθεσε πάνω από 220 έργα, τα οποία περιλαμβάνουν ποικιλία ειδών. Ανάμεσά του: πέντε όπερες, τρεις συμφωνίες, συμφωνικά ποιήματα, ένα κοντσέρτο για πιάνο, ένα «κοντσερτάκι» για βιολί, κύκλους τραγουδιών για φωνή και ορχήστρα και για φωνή και πιάνο, έργα για πιάνο, μουσική δωματίου, χορωδιακά, καθώς και έργα για παιδιά (χορωδιακά, έργα για πιάνο). Έγραψε επίσης μουσικοπαιδαγωγικά βιβλία.